ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ
ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ
«ΕΜΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ».
Προσέγγιση τοῦ ζητήματος τοῦ σύγχρονου πλουραλισμοῦ
μὲ ὁδοδείκτη τὶς κατευθύνσεις τοῦ Ἀποστόλου Παύλου
στὴν Α΄ πρὸς Κορινθίους.
Ομιλία στόν Πανηγυρικό Ἑσπερινό τῆς ἑορτῆς
τοῦ Ἁγίου Ἐνδὀξου καί Πανευφήμου ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
(Κόρινθος, 28-6-2024)
1. Εἰσαγωγή.
Μακαριώτατε Πάτερ καί Δέσποτα, Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ.κ. Ἱερώνυμε,
Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα Κορίνθου, Σικυῶνος, Ζεμενοῦ, Ταρσοῦ καὶ Πολυφέγγους κ. Διονύσιε,
Σεβασμιώτατοι καί Θεοφιλέστατοι Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Πανοσιολογιὠτατοι καὶ Αἰδεσιμολογιώτατοι Πατέρες,
Ὁσιώτατοι Μοναχοὶ καὶ Μοναχές,
Ἐντιμώτατοι Ἄρχοντες τοῦ τόπου
καὶ Στρατιωτικοὶ ταγοί,
Εὐλογημένε λαὲ τοῦ Θεοῦ,
Χαίρετε ἐν Κυρίῳ!
Ἡ τιμὴ καὶ ἡ δόξα τῶν Ἁγίων Πρωτοκορυφαίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου μᾶς συνήγαγε καὶ πάλι στὰ ἱερὰ σκηνώματα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου. Ἤρθαμε προσκυνητὲς τῶν ἁγίων βημάτων τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στὴν πόλη, ποὺ τόσο καρδιακὰ ἀγάπησε καὶ στὴν ὁποία ἔζησε, ἐργάστηκε, δίδαξε καὶ ἱερούργησε πλέον τοῦ ἑνὸς καὶ ἡμίσεως ἔτους καὶ πρὸς τὴν Ἐκκλησία, τῆς ὁποίας ἀπέστειλε τὶς περίφημες Ἐπιστολές του πλήρεις Χάριτος καὶ Πνεύματος Ἁγίου, μνημεῖα ἀληθοῦς θεολογίας ἀλλὰ καὶ ἐν Χριστῷ ὁδοδεῖκτες τῶν ἀνθρωπίνων σχέσεων ἀνὰ τοὺς αἰῶνες. Σήμερα στὸ ἴδιο τὸ βῆμα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου παίρνουμε ἐμεῖς τὴν ἱερὰ σκυτάλη τοῦ λόγου, διὰ τῆς σεπτῆς εὐλογίας τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ.κ. Ἱερωνύμου. Ἀξιολογοῦμε τὴν τιμὴ ὡς ἀπροσμέτρητη, τὴν εὐθύνη βαρύτατη, μὰ καὶ τὴν χαρὰ τῆς σκιρτώσης καρδίας μας -γιὰ τὴν τοιαύτη καὶ τοσαύτη εὐλογία- ἀπερίγραπτη καὶ ἄφατη. Εὐχαριστοῦμε ἐκ βαθείας εὐγνώμονος υἱικῆς καρδίας τὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπό μας, ὅσο καὶ τὸν οἰκεῖο Μητροπολίτη, καὶ παρακαλοῦμε γιὰ τὶς σεπτὲς εὐχές τους, ὅπως παρακαλοῦμε καὶ γιὰ τὶς προσευχὲς ὅλων Σας, ὥστε τὰ λεγόμενά μας νὰ ἀρέσουν στὸν Χριστό, κατορθώνοντας ἔστω καὶ κατ’ ἐλάχιστον νὰ ἀποπνέουν τὴν Ἄκτιστο Χάρη τοῦ καὶ νῦν μεθ’ ἡμῶν παρόντος Ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου.
2. Τὸ παράλληλο πρὸς τὴν σύγχρονη πραγματικότητα συγκρητιστικὸ περιβάλλον τῆς πρωτοχριστιανικῆς κοινότητας τῆς Κορίνθου.
Τὴν ἐποχὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἡ Κόρινθος ἦταν πρωτεύουσα τῆς Ἀχαΐας καὶ σημαντικότατο ἐμπορικὸ κέντρο. Ξεπερνοῦσε σὲ σημασία ὅλες τὶς παλαιὲς ἑλληνικὲς πόλεις, ἔτσι ὥστε νὰ ἀνταγωνίζεται καὶ αὐτὴ τὴν Ἀλεξάνδρεια. Τὸ ἐμπόριο ἀνθοῦσε, ἡ χαλκουργία ἐφημίζετο, τὸ πλούσιο ἔδαφος τῆς Κορίνθου συνέβαλλε καὶ αὐτὸ στὴν ἐνίσχυση τῆς οἰκονομικῆς εὐρωστίας. Μιὰ πολύγλωσση, πολυθεϊστικὴ καὶ κοσμοπολίτικη κοινωνία διακινοῦσε ἐλεύθερα ἀγαθὰ καὶ ἰδέες καὶ συνιστοῦσε προορισμὸ γιὰ περιηγητές, ἐμπόρους καὶ ναυτικοὺς ἀπὸ ὅλες τὶς περιοχὲς τῆς Μεσογείου. Οἱ Στωϊκοὶ καὶ οἱ Ἐπικούριοι φιλόσοφοι μὲ τὶς θέσεις καὶ ἀπόψεις τους, ἀλλὰ καὶ κάθε φιλοσοφικὸς λόγος ἀσκοῦσε τὴν δική του ἐπιρροή. Τὰ λιμάνια τῆς Κορίνθου κόμιζαν ἐπιπλέον, φυσικῷ τῷ τρόπῳ, ἔντονη καὶ τὴν θρησκευτικὴ πολυποικιλία. Σύμφωνα μὲ τὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων ὑπῆρχε ἰουδαϊκὴ κοινότητα. Ταυτοχρόνως, οἱ Σῦροι ἔφεραν τὴν Ἀστάρτη καὶ τὸν Μέλκαρτ, οἱ Φρῦγες τὸν Ἄττι καὶ τὴν Κυβέλη, οἱ Αἰγύπτιοι τὴν Ἴσιδα, τὸν Ὄσιρι καὶ τὸν Σέραπι. Ὁ θρησκευτικὸς συγκρητισμὸς στὴν ἔκταση καὶ τὴν ἔντασή του ἦταν ἀπερίγραπτος μὲ ἀναρίθμητα ἱερὰ ἀφιερωμένα σὲ ἀναρίθμητες λεγόμενες θεότητες. Ἰδιαίτερα δὲ ἐτιμᾶτο ἡ Πάνδημος Ἀφροδίτη, τῆς ὁποίας ὁ περίφημος ναὸς πάνω στὴν Ἀκροκόρινθο εἶχε κατὰ τὸν Στράβωνα χίλιες ἱερόδουλες. Ἡ «πορνεία» ἦταν ἱερὴ καὶ οἱ ἱερόδουλες ἀπολάμβαναν ἐξόχου τιμῆς, πλούτου καὶ προνομίων μὲ ἰδιαίτερες τιμητικὲς θέσεις στὸ θέατρο. Ὡς ἀποτέλεσμα τῆς λατρείας αὐτῆς, ἡ ἔκλυση τῶν ἠθῶν ἦταν παροιμιώδης μὲ ὅ,τι ποικίλως νοσηρὸ αὐτὸ σήμαινε. Μιὰ ἄλλη ἀξιοπρόσεκτη πτυχὴ τοῦ θρησκευτικοῦ πλουραλισμοῦ τῆς ἐποχῆς ἦταν ἡ αὐτοκρατορικὴ λατρεία, ὡς ὄργανο συνοχῆς τῶν διαφορετικῶν ὑπηκόων τῆς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, μὲ ναὸ ἀφιερωμένο στὴν Ὀκταβία, τὴν ἀδελφὴ τοῦ Αὐγούστου καὶ τέταρτη κατὰ σειρὰ σύζυγο τοῦ Μάρκου Ἀντωνίου. Αὐτὴ ἡ κραυγαλέα ἀκρότης καταδεικνύει τὴν ἀνάγκη τῆς τότε αὐτοκρατορικῆς καθεστηκυίας τάξης νὰ βρῇ σημεῖο ἑνοποιήσεως γιὰ τοὺς ὑπηκόους της. Εἶναι προφανές, ὅτι ὁ πλοῦτος, τὸ ἐμπόριο, οἱ κατασκευαστικὲς συντεχνίες, ἡ ναυτιλία, ἡ ἀγροτικὴ οἰκονομία, οἱ ἀθλητικοὶ ἀγῶνες συνιστοῦσαν ἕνα χαοτικὸ περιβάλλον, τὸ ὁποῖο δὲν συνεργοῦσε στὴν κοινωνικὴ συνοχή, ἀλλὰ ἀντίθετα, γιὰ νὰ συντηρηθῇ ἀπαιτοῦσε μία κοινωνικὴ διαστρωμάτωση, στὴν ὁποία ἀφθονοῦσαν οἱ δοῦλοι καὶ οἱ πτωχοί, ἀφήνοντας τὴν οἰκονομικὴ εὐρωστία τῆς πόλης νὰ μοιράζεται πλουσιοπάροχα στὰ πολυτελῆ ἐρμάρια τῶν ὀλίγων ἰσχυρῶν πλουσίων.
Ἡ Ἑλληνορωμαϊκὴ ἐποχὴ τῶν πρώτων χριστιανικῶν χρόνων εἶναι εὐρέως ἀποδεκτό, ὅτι παρουσιάζει σαφεῖς ὁμοιότητες μὲ τὴν ἐποχή μας. Ἡ σύγχρονη μετακίνηση πληθυσμῶν κυρίως ἀπὸ τὴν Ἀσία καὶ τὴν Ἀφρικὴ πρὸς τὴν Δύση, ἡ ταχύτατη διακίνηση τῆς πληροφορίας καὶ τῶν πάσης φύσεως ἰδεῶν, καθὼς καὶ ἡ εὔκολη προσέγγιση μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν λαῶν μέσω τῆς ψηφιοποιήσεως, τοῦ διαδικτύου καὶ τῆς ποικίλης τεχνολογίας ἐνεργεῖ ἕνα σύγχρονο πλουραλισμὸ καὶ συγκρητισμό, ὁ ὁποῖος εἶναι ἄνευ ἱστορικοῦ προηγουμένου καὶ μπορεῖ εὔκολα νὰ ἀναγνωρίζῃ στὴν κοινωνία τῆς ἐποχῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἁπλὰ τὸ στοιχειῶδες ἀρχέτυπό του. Πλὴν τὸ ἀρχέτυπο αὐτὸ ἱστορικῶς περιγραφόμενο, σύγχρονα βιούμενο, ὡς πραγματικότητα, ἐμφανίζει γιγαντωμένα τὰ ἀδιέξοδά του. Ἡ ἐπιστήμη, παρὰ τὴν προφανῆ σχετικότητά της, ὡς ἀνθρώπινο πεπερασμένο ἀποκύημα, θεοποιεῖται ὡς αὐθεντία, ἐπὶ τῆς ὁποίας ἀπαγορεύεται δυναστικὰ ἡ ὁποιαδήποτε ἐπιφύλαξη. Ὁ κατασταλτικὸς μηχανισμὸς τῆς κρατικῆς ἐξουσίας θεραπεύεται ἀπὸ τὴν λεγομένη ἐπιστήμη καὶ ἀπὸ τὰ κατασκευασμένα ἀμέτρητα εἴδωλα τῆς παραπληροφόρησης τῶν μέσων μαζικῆς ἐνημέρωσης, κατορθώνοντας νὰ καθυποτάσσῃ καὶ νὰ σύρῃ τοὺς λαοὺς ἄβουλα πειθήνιους στὰ συμφέροντα τῶν ἑκάστοτε ἰσχυρῶν. Ἡ σύγχρονη δουλεία, ὁ ἐργασιακὸς μεσαίωνας καὶ ἡ πτωχοποίηση κατασκευάζουν ἀκραία δυσαρμονία καὶ ἀπόκλιση στὴν κοινωνικὴ διαστρωμάτωση, κατεστραμμένες διαπροσωπικὲς σχέσεις καὶ κοινωνίες, ἐξοντώνοντας αὐτὸ καθ᾽ ἑαυτὸ τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο, ὥστε πλέον οἱ ἰσχυροὶ νὰ κάνουν λόγο γιὰ μετανθρωπισμό.
Ὅλο αὐτὸ τὸ καθημερινὰ βιωμένο ἀδιέξοδο, τὸ σκηνικὸ τῆς παραπληροφόρησης, τῆς ἐσκεμμένης σύγχυσης, τοῦ πανσεξουαλισμοῦ, ἡ τεχνητὴ νοημοσύνη, ἡ θεοποιημένη ἐπιστήμη μὲ τὰ ἀποσιωπημένα τραγικὰ λάθη, ὁ ἀκραῖος θρησκευτικὸς συγκρητισμὸς μὲ τὶς ἀπειράριθμες πλέον εἰδωλικὲς ἐκφράσεις του, οἱ ὁποῖες ἐνίοτε καταρτίζουν ἀδίστακτες ἀνθρωποκτόνες ἐξτρεμιστικὲς ὁμάδες καὶ χειραγωγούμενα καλοπληρωμένα ἐκτελεστικὰ ἀποσπάσματα, ἡ ἔξαρση τῆς μαγείας καὶ τοῦ ἔμπρακτου φρικώδους σατανισμοῦ διαδικτυακὰ διαφημισμένου καὶ ἐπίσημα ἀποδεκτοῦ, ὡς θρησκείας, ὅλα αὐτὰ καὶ ἄλλα συνιστοῦν τὸν ὀγκόλιθο τῆς σύγχρονης εἰδωλολατρείας, ποὺ βιάζει καὶ ζητᾶ νὰ ἀφανίσῃ τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο. Πλὴν κάνοντας γιὰ μιὰ στιγμὴ ἕνα βῆμα πίσω ἀπὸ αὐτὸ τὸν καταιγισμὸ ψεύδους, τὸν ὁποῖο καθημερινῶς ὑφιστάμεθα, καταγγέλλουμε τὴν ἀπάτη τῆς μηχανολογικῆς ἀντιλήψεως τῆς δημιουργίας καὶ στρέφουμε σωτήρια τὴν καρδία μας στὸν μοναδικὸ ἕνα Δημιουργό, στὴν μία ὀντολογικὴ Ἀλήθεια, ποὺ προσφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἱδρύοντας στὴν Κόρινθο τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
3. Ἡ θεολογικὴ τοποθέτηση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἔναντι τοῦ θρησκευτικοῦ ἀλλὰ καὶ τοῦ φιλοσοφικοῦ καὶ πολιτειολογικοῦ πλουραλισμοῦ, ἐπίκαιρη ἀνὰ τοὺς αἰῶνες.
Καὶ ἂν οἱ ἄλλοι λατρεύουν τὴν ἀπάτη τῶν εἰδώλων «ἀλλ’ ἡμῖν εἷς Θεός, ὁ Πατήρ, ἐξ οὗ τὰ πάντα καὶ ἡμεῖς εἰς Αὑτόν, καὶ εἷς Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς δι’οὗ τὰ πάντα καὶ ἡμεῖς δι’Αὐτοῦ καὶ ἓν Πνεῦμα Ἅγιον ἐν ᾧ τὰ πάντα καὶ ἡμεῖς ἐν Αὐτῷ». Ἡ διατύπωση αὐτὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου πρὸς τοὺς Κορινθίους εἶναι κατ’ ἀρχὰς ὁμολογιακὴ αὐτοῦ τοῦ ἑνὸς μόνου Θεοῦ, τῆς μίας καὶ μοναδικῆς οὐσίας, στὴν ὁποία ἀνήκουν τὰ πάντα, εἶναι ὅμως ταυτοχρόνως καὶ σωτηριολογική. Χαράσσει τὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας, καθὼς ἡ ἀναφορά μας στὸν ἕνα Θεὸ καταξιώνει τὸν σκοπὸ τῆς ὑπάρξεώς μας. Ἡ πιστεύουσα κοινότητα τῶν Χριστιανῶν ἐπιβεβαιώνει, ὅτι ὁ ἕνας Τριαδικὸς Θεὸς εἶναι ὁ ἱστορικὸς ἀλλὰ καὶ ὁ ἐσχατολογικὸς σκοπὸς τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως, ἡ πηγὴ τῆς δημιουργίας, ἡ ἀρχὴ καὶ ἡ ὁλοκλήρωση πάντων τῶν ὄντων. Οἱ ἐν Χριστῷ πιστοὶ ἔχουν ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὶς ἀφιλάνθρωπες, φθοροποιὲς καὶ φονικὲς ἀπαιτήσεις τοῦ κόσμου τούτου καὶ ἔχουν κληθεῖ νὰ ζήσουν σ’ ἕνα κόσμο κοινωνίας μετὰ τοῦ Θεοῦ, ὡς μὴ ὄντες ἐκ τοῦ κόσμου, καθότι «παράγει γὰρ τὸ σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου». Αὐτὴ ἡ κλήση – τὸ κάλεσμα δὲν εἶναι ἀρνητικὴ ὡς πρὸς τὸν κόσμο καὶ τὴν δημιουργία. Ἀλλὰ κατορθώνει τὴν διὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐν Χριστῷ σύσταση καὶ βίωση μίας νέας πραγματικότητος, μιᾶς κοινωνίας ἀγάπης, διακονίας καὶ ἑνότητας ὅλων.
Ἡ ἑνότητα αὐτὴ τῶν πάντων κατορθώνεται μόνο ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου οἱ κλητοὶ καλοῦνται στὸ δεῖπνο μετὰ τοῦ Θεοῦ μὲ αἰώνια προοπτικὴ σωτηρίας καὶ χωρὶς κοινωνικὰ στεγανὰ ὁποιουδήποτε τύπου διακρίσεων. Γιὰ τοὺς ἐν Χριστῷ ἀδελφοὺς «οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Κατὰ τοῦτο ἡ Πεντηκοστή, ὡς ἡ σύσταση τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι τὸ πλέον ἀνατρεπτικὸ καὶ σωτήριο γεγονὸς μέσα στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία. Καὶ τοῦτο, διότι διερχόμενος κανεὶς τὰ γεγονότα τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας στέκεται μπροστὰ στὴν ἀπόλυτη διαπίστωση, ὅτι -παρὰ τὰ ἀναρίθμητα ἐγχειρήματα- ἡ ἀνθρώπινη προσπάθεια ἀπέτυχε παταγωδῶς νὰ ἀνατρέψῃ τὴν κοινωνικὴ ἀδικία ἢ νὰ θεραπεύσῃ τὴν ἀνθρώπινη ἀνάγκη. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στοὺς Κορινθίους περιγράφει ἐμφαντικὰ τὸ γεγονὸς αὐτὸ λέγοντας: «οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφία τοῦ κόσμου τούτου;». Ἡ Ἐκκλησία μὲ τὴν δισχιλιετῆ ἐμπειρία πάντων τῶν Ἁγίων της ἀνατρέπει τὴν κοινωνικὴ ἀδικία, καταργεῖ τὴν ταξικὴ δαστρωμάτωση καὶ θεραπεύει τὴν ἀνθρώπινη, κοινωνικὴ καὶ κοσμολογικὴ ἀνάγκη ἀναφορικὰ μὲ ὅλη τὴν κτίση. Ἀπάντηση στὴ σοφία τοῦ κόσμου εἶναι ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ: «ὁ λόγος ὁ τοῦ Σταυροῦ», ὁ ὁποῖος «τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί, τοῖς δὲ σωζομένοις δύναμις Θεοῦ ἐστίν». Ἀπὸ τὴν μιὰ στέκει ὁ κόσμος τῆς ὑπερφίαλης, ἐπαρμένης ἐγωπάθειας, ποὺ αὐτάρεσκα θωπεύει τὴν πεπερασμένη του ἐπιστημονικὴ γνώση, τὸν πλοῦτο καὶ τὴν κοσμική του ἐπιτυχία, χωρίζοντας, ἀπομονώνοντας, βιάζοντας, καὶ καταστρέφοντας. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὅμως, ἡ ἐμπειρία τῶν ταπεινῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας, ἑνώνει τὸν Θεὸ μὲ τὸν ἄνθρωπο, ἀδελφώνει τὴν οἰκουμένη καὶ κατορθώνει, χωρὶς νὰ ἀναιρῇ τὸν ὀρθὸ λόγο, νὰ τὸν ὑπερβαίνῃ, διὰ τῆς Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Αὐτὴ ἡ «δύναμις τοῦ Θεοῦ», ἡ Ἄκτιστος Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος, διὰ τῶν μυστηρίων καὶ τῆς θείας λατρείας καθημερινὰ βιώνεται ἀπὸ τοὺς πιστοὺς ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας. Κατ᾽ αὐτὸ τὸν μυστικὸ καὶ μυστηριακὸ τρόπο εἰσέρχεται ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴν ζωή μας ἀνατρεπτικὴ καὶ θεραπευτικὴ τῶν πάντων.
4. Ἐλευθερία καὶ οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ – ἐμεῖς καὶ οἱ ἄλλοι.
Ἡ «μωρία τοῦ Σταυροῦ» ἑνώνει ἀπροϋπόθετα τοὺς ἐν Χριστῷ ἀδελφοὺς μεταξύ τους χωρὶς κοινωνικὲς ἢ φυλετικὲς διακρίσεις. Πλὴν τὸ κοινωνικῶς ἀπροϋπόθετο ἀναβαθμίζεται στὴν ἐν Χριστῷ ἐλευθερία, ἡ ὁποία προσδιορίζεται ἀπὸ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ. Πρὸς τοῦτο καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος συνεχίζει πρὸς τοὺς Κορινθίους: «Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει» : (Ὅλα μοῦ ἐπιτρέπεται νὰ τὰ κάνω, ἀλλὰ δὲν εἶναι συμφέρον νὰ πράττω ὅλα). Στὴν ἐκκλησία, στὴν κοινωνία τῶν Ἁγίων, οἱ πιστοὶ ἀγωνίζονται νὰ καταθέσουν τὸν καλύτερο ἑαυτό τους, ζῶντας τὴν ἀσκητικὴ τῆς ἀγάπης μέσα στὸ ἄθλημα καὶ τὸ μυστήριο τῆς διὰ βίου μετανοίας. Ἀκοῦμε τὴν προτροπὴ τῆς μετανοίας σὲ χρόνο διαρκείας: «μετανοεῖτε» καὶ «Ἅγιοι γίνεσθε». Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στὴν 28η Ὁμιλία του, τὴν ὁποία ἐξεφώνησε κατὰ τὴν ἑορτὴ τῶν Ἁγίων κορυφαίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου, μᾶς ὁμιλεῖ περὶ τῆς «διηνεκοῦς μετανοίας». Καὶ μᾶς ἐμπνέει στὴν ἐν Χριστῷ ζωὴ λέγοντάς μας, ὅτι κι ἂν ἀκόμα δὲν μποροῦμε νὰ μιμηθοῦμε τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους στὰ τόσο μεγάλα καὶ ὑψηλὰ ἐπιτεύγματά τους, ὅμως μποροῦμε νὰ τοὺς μιμηθοῦμε στὴν «ἐκ ταπεινώσεως καὶ μετανοίας διόρθωσίν» τους .Ἑπομένως οἱ Χριστιανοὶ ζοῦν διὰ βίου τὴν ἀσκητικὴ τῆς ἀνατροπῆς τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἑνώσεώς τους μὲ τὸν Θεὸ σὲ μιὰ κοινωνία ἀγάπης, τὴν ὁποία προσφέρουν στοὺς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς τους καὶ «εἰς πάντας». Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐνῶ ζῇ ὁ ἴδιος σὲ περιβάλλον εἰδωλολατρικοῦ πλουραλισμοῦ, τὸ ὁποῖο κάθετα ἀπορρίπτει, διδάσκει τὴν ριζοσπαστικὴ ἠθικὴ τῆς ἀγάπης. Αὐτὴ μόνη ἀναμορφώνει ἔμπρακτα τὶς κοινωνίες, καθότι ἡ ἐσωτερικὴ ἀλλαγὴ ἑνὸς ἑκάστου τῶν προσώπων δύναται νὰ πετύχῃ καὶ τὴν ἐξωτερικὴ ἀλλαγὴ ἐπὶ τῶν κοινωνιῶν: «Ὁρᾶτε μή τις κακὸν ἀντὶ κακοῦ τινι ἀποδῷ, ἀλλὰ πάντα τὸ ἀγαθὸν διώκετε καὶ εἰς ἀλλήλους καὶ εἰς πάντας»: (Προσέχετε, μήπως τυχὸν κανεὶς ἀπὸ ἐσᾶς ἀνταποδώσει σὲ κάποιον κακὸ ἀντὶ κακοῦ, ἀλλὰ πάντοτε προσπαθῆτε νὰ πράττετε τὸ ἀγαθὸ καὶ μεταξύ σας καὶ σὲ ὅλους ἀνεξαιρέτως). Ὁ Κύριος, διὰ τοῦ Ἀποστόλου Του Παύλου, κηρύσσει τὸν λόγο τὸν τοῦ Σταυροῦ καὶ ἡ ἐν Χριστῷ ριζοσπαστικὴ ὑπέρβαση, Χάριτι Θεοῦ, συντελεῖται. Τότε ὁ σοφὸς ἀντιλαμβάνεται τὴν μωρία τοῦ Σταυροῦ, ὁ ἰσχυρὸς μεταμορφώνει τὴν ἐξουσία του σὲ διακονία χάριν τοῦ ἀδελφοῦ, ἐκεῖνος, ποὺ ἔχει τὸ δίκαιο μὲ τὸ μέρος του δέχεται νὰ ἀδικηθῇ ἀπὸ τὸν ἀδελφό του ἀντὶ νὰ τὸν καταδικάσῃ, ὁ πνευματικὰ ἰσχυρὸς ὑποστέλλει τὰ δικαιώματά του χάριν τοῦ πνευματικῶς ἀδυνάτου, ἐκεῖνος ποὺ ἔχει ἰσχὺ καὶ ἐξουσία ἐπιλέγει συνειδητὰ τὴν ἀδυναμία χάριν τῶν ἄλλων, ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ εἶναι ἀληθινὰ πνευματικὸς ἄνθρωπος σεμνύνεται καὶ δὲν ἐπιδεικνύει τὰ χαρίσματά του, ἀλλὰ φανερώνει τὴν πνευματικότητά του σιωπηλὰ μὲ τὴν χωρὶς διακρίσεις ἀγάπη καὶ προσφορὰ πρὸς ὅλους. Γίνεται, ὅπως μᾶς παραδίδει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, ὁ Παλαμᾶς, διὰ τῆς μετανοίας του γαλήνιος καὶ ἤρεμος, γεμάτος συμπάθεια καὶ ἔλεος πρὸς τοὺς ἄλλους, ποθεῖ τὴν δικαιοσύνη – δηλαδὴ τὴν ὅλη ἀρετὴ – ἐπιζητεῖ τὴν καθαρότητα, ἔχει εἰρήνη ἀλλὰ καὶ φέρνει τὴν εἰρήνη, ὑπομένει καρτερικὰ τοὺς πόνους καὶ τὶς ταλαιπωρίες καὶ νιώθει μιὰ ἥσυχη χαρὰ στοὺς διωγμούς, στὶς ὕβρεις, στὶς συκοφαντίες, στὶς ἀπώλειες καὶ σὲ ὅσα ἄλλα πάσχει γιὰ τὴν Ἀλήθεια καὶ τὴν Ἀρετή. Μόνο μιὰ τέτοια συμπεριφορὰ μπορεῖ νὰ δημιουργήσῃ πραγματικὲς κοινωνίες μέθεξης μετὰ τοῦ Θεοῦ. Μόνο ὡς μιὰ τέτοια κοινωνία ἡ θεοδόμητος Ἐκκλησία βρίσκει τὸν γνήσιο αὐτοπροσδιορισμό της. Καὶ μόνο μιὰ τέτοια κοινωνία μπορεῖ νὰ ἀλλάξῃ οὐσιαστικὰ τὸν κόσμο προσφέροντας στὸ νῦν λυτρωτικὰ τὴν ἐσχατολογικὴ προοπτικὴ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
5. Σύγχρονα συμπεράσματα.
Βλέπουμε τοὺς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας νὰ εὐθυγραμμίζονται μὲ αὐτὴ τὴν διδαχὴ καὶ νὰ εὐεργετοῦν ἀδιακρίτως ἐπιφέροντας οἱ ἴδιοι τὸ μέτρον ἀνατροπῆς γιὰ τὴν ἐποχή τους. Ζῶντας σὲ ἀντίστοιχο περιβάλλον ἐωσφορικῆς κακίας ὁ χρονικὰ πλησιέστερός μας Ἅγιος Λουκᾶς τῆς Κριμαίας, ὁ ἰατρός, μᾶς ἀφήνει τὴν πνευματκή του διαθήκη, σὰν ἅγιο φυλακτὸ γιὰ τὴν σύγχρονη ζωή μας καὶ τοὺς τρόπους μας στὴν σχέση μας μὲ τοὺς ἄλλους. Πρόκειται γιὰ ἕνα πολύτιμο ὁδοδείκτη χριστιανικοῦ ἤθους, τὸν ὁποῖο παρμένο ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ Ἁγίου, Σᾶς καταθέτω ὡς κατακλεῖδα καὶ συμπέρασμα αὐτοῦ τοῦ λόγου. Μᾶς λέει ὁ Ἅγιος Ἱεράρχης: «Πιστεύω βαθειὰ στὸν Θεὸ καὶ ὅλη τὴν ζωή μου τὴν ἔκτισα πάνω στὶς ἐντολές Του. Καὶ σὲ Σᾶς κληροδοτῶ ὅλη τὴν ζωή Σας νὰ τὴν χτίσετε πάνω στὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ. Γιὰ πολὺ καιρὸ καὶ μὲ μεγάλη ἐπιμονὴ ἔπλεα κόντρα στὸ ρεῦμα καὶ σὲ Σᾶς τὰ παιδιά μου κληροδοτῶ νὰ πλέετε κόντρα στὸ ρεῦμα, ὅσο δύσκολο κι ἂν εἶναι αὐτό. Νὰ ἀποστρέφετε τὸ βλέμμα Σας καὶ τὴν καρδιά Σας ἀπὸ ἐκείνη τὴν μεγάλη πλειοψηφία τῆς ἀνθρωπότητας, ποὺ ἐπιδιώκει ὄχι τοὺς ὑψηλοὺς στόχους, ἀλλὰ ἐκείνους ποὺ εἶναι πιὸ εὔκολο νὰ ἐπιτευχθοῦν. Σκοπὸ τῆς ζωῆς Σας νὰ θέσετε τὴν ἐπιδίωξη τῆς ὑψίστης ἀλήθειας καὶ νὰ μὴν παρεκκλίνετε ἀπ᾽ αὐτὸν τὸν δρόμο, ἂν Σᾶς ἀναγκάσουν νὰ ὑπηρετήσετε κατώτερους σκοπούς, καταπατῶντας τὴν ὑψίστη ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ. Μὴν ἐπιδιώκετε τὴν δόξα γιὰ τὸν ἑαυτό Σας, ἀλλὰ μόνο τὸ νὰ ἐλαφρύνετε τὸν πόνο τῶν ἀσθενῶν καὶ ἀβοηθήτων συνανθρώπων Σας. Νὰ θυμᾶστε, ὅτι σ᾽ αὐτὸ τὸἔργο ἐγώ, ὁ πατέρας Σας, ἀφιέρωσα ὅλη μου τὴν ζωή. Μιμηταί μου γίνεσθε, ὅπως κι ἐγὼ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου».
Εὐχηθεῖτε, Μακαριώτατε, καὶ ἐμεῖς ὅλοι, νὰ βαδίσουμε, διὰ τῶν σεπτῶν εὐχῶν Σας, τὴν ἐν Χριστῷ ζωή μας, εὐθυγραμμισμένοι στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, ἑπόμενοι τῶν νουθεσιῶν καὶ τῶν τρόπων τοῦ Ἁγίου Πρωτοκορυφαίου Ἀποστόλου Παύλου, τοῦ καὶ ἱδρυτοῦ τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν.