Search
Close this search box.
Search
Close this search box.

Ομιλία Μητροπολίτη Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως στα ΙΗ΄ Κορίνθου Παύλεια 2024

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ

ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ

ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ

«ΕΜΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ». 

Προσέγγιση τοζητήματος τοῦ  σύγχρονου πλουραλισμοῦ 

μὲ ὁδοδείκτη τς κατευθύνσεις τοῦ Ἀποστόλου Παύλου 

στν Α΄ πρς Κορινθίους. 

Ομιλία στόν Πανηγυρικό Ἑσπερινό τῆς ἑορτῆς 

τοῦ Ἁγίου Ἐνδὀξου καί Πανευφήμου ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ

 (Κόρινθος, 28-6-2024)

1. Εἰσαγωγή.

Μακαριώτατε Πάτερ καί Δέσποτα, Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ.κ. Ἱερώνυμε,

Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα Κορίνθου, Σικυῶνος, Ζεμενοῦ, Ταρσοῦ καὶ Πολυφέγγους κ. Διονύσιε,

Σεβασμιώτατοι καί Θεοφιλέστατοι Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς, 

Πανοσιολογιὠτατοι καὶ Αἰδεσιμολογιώτατοι Πατέρες,

Ὁσιώτατοι Μοναχοὶ καὶ Μοναχές,

Ἐντιμώτατοι Ἄρχοντες τοῦ τόπου

καὶ Στρατιωτικοὶ ταγοί,

Εὐλογημένε λαὲ τοῦ Θεοῦ, 

Χαίρετε ἐν Κυρίῳ!

Ἡ τι­μὴ καὶ ἡ δό­ξα τῶν Ἁ­γί­ων Πρω­το­κο­ρυ­φαί­ων Ἀ­πο­στό­λων Πέτρου καὶ Παύ­λου μᾶς συ­νή­γα­γε καὶ πά­λι στὰ ἱ­ε­ρὰ σκη­νώ­μα­τα τῆς Ἐκκλη­σί­ας τῆς Κο­ρίν­θου. Ἤρθαμε προ­σκυ­νη­τὲς τῶν ἁ­γί­ων βημά­των τοῦ Ἀ­πο­στό­λου Παύ­λου στὴν πό­λη, ποὺ τό­σο καρ­δια­κὰ ἀγά­πη­σε καὶ στὴν ὁποί­α ἔ­ζη­σε, ἐρ­γά­στη­κε, δί­δα­ξε καὶ ἱ­ε­ρούρ­γη­σε πλέ­ον τοῦ ἑ­νὸς καὶ ἡμίσεως ἔ­τους καὶ πρὸς τὴν Ἐκ­κλη­σί­α, τῆς ὁποίας ἀ­πέ­στει­λε τὶς περίφημες Ἐ­πι­στο­λές του πλή­ρεις Χά­ρι­τος καὶ Πνεύ­μα­τος Ἁ­γί­ου, μνη­μεῖ­α ἀ­λη­θοῦς θε­ο­λο­γί­ας ἀλ­λὰ καὶ ἐν Χρι­στῷ ὁ­δο­δεῖ­κτες τῶν ἀν­θρω­πί­νων σχέσε­ων ἀ­νὰ τοὺς αἰ­ῶ­νες. Σή­με­ρα στὸ ἴ­διο τὸ βῆ­μα τοῦ Ἀ­πο­στό­λου Παύλου παίρ­νου­με ἐ­μεῖς τὴν ἱ­ε­ρὰ σκυτά­λη τοῦ λό­γου, διὰ τῆς σε­πτῆς εὐλο­γί­ας τοῦ Μα­κα­ρι­ω­τά­του Ἀρχι­ε­πι­σκό­που Ἀ­θη­νῶν καὶ πά­σης Ἑλ­λά­δος κ.κ. Ἱ­ε­ρω­νύ­μου. Ἀξιολο­γοῦ­με τὴν τι­μὴ ὡς ἀ­προ­σμέ­τρη­τη, τὴν εὐ­θύ­νη βαρύ­τα­τη, μὰ καὶ τὴν χα­ρὰ τῆς σκιρ­τώ­σης καρ­δί­ας μας -γιὰ τὴν τοια­ύτη καὶ τοσαύτη εὐ­λο­γί­α- ἀ­πε­ρί­γρα­πτη καὶ ἄ­φα­τη. Εὐ­χα­ρι­στοῦ­με ἐκ βαθείας εὐ­γνώ­μο­νος υἱ­ι­κῆς καρ­δί­ας τὸν Μα­κα­ρι­ώ­τα­το Ἀρχιεπίσκοπό μας, ὅσο καὶ τὸν οἰ­κεῖ­ο Μη­τρο­πο­λί­τη, καὶ παρακαλοῦμε γιὰ τὶς σε­πτὲς εὐχές τους, ὅ­πως πα­ρα­κα­λοῦ­με καὶ γιὰ τὶς προ­σευ­χὲς ὅ­λων Σας, ὥστε τὰ λε­γό­με­νά μας νὰ ἀ­ρέ­σουν στὸν Χρι­στό, κα­τορ­θώ­νον­τας ἔστω καὶ κα­τ’ ἐ­λά­χι­στον νὰ ἀποπνέ­ουν τὴν Ἄ­κτι­στο Χά­ρη τοῦ καὶ νῦν με­θ’ ἡμῶν πα­ρόν­τος Ἁ­γί­ου Ἀπο­στό­λου Παύ­λου.

2. Τπα­ράλ­λη­λο πρς τν σύγ­χρο­νη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα συγκρητι­στι­κπεριβάλ­λον τς πρω­το­χρι­στι­α­νι­κς κοι­νό­τη­τας τς Κο­ρίν­θου.

Τὴν ἐ­πο­χὴ τοῦ Ἀ­πο­στό­λου Παύ­λου ἡ Κό­ριν­θος ἦ­ταν πρωτεύου­σα τῆς Ἀ­χα­ΐ­ας καὶ ση­μαν­τι­κό­τα­το ἐμ­πο­ρι­κὸ κέν­τρο. Ξεπερ­νοῦ­σε σὲ ση­μα­σί­α ὅ­λες τὶς πα­λαι­ὲς ἑλ­λη­νι­κὲς πό­λεις, ἔ­τσι ὥστε νὰ ἀν­τα­γω­νί­ζε­ται καὶ αὐ­τὴ τὴν Ἀ­λε­ξάν­δρεια. Τὸ ἐμ­πό­ριο ἀνθοῦ­σε, ἡ χαλ­κουρ­γί­α ἐ­φη­μί­ζε­το, τὸ πλούσιο ἔ­δα­φος τῆς Κο­ρίν­θου συ­νέ­βαλ­λε καὶ αὐ­τὸ στὴν ἐ­νί­σχυ­ση τῆς οἰκο­νο­μι­κῆς εὐ­ρω­στί­ας. Μιὰ πο­λύ­γλωσ­ση, πο­λυ­θε­ϊ­στι­κὴ καὶ κοσμοπολίτικη κοι­νω­νί­α δι­α­κι­νοῦ­σε ἐ­λεύ­θε­ρα ἀ­γα­θὰ καὶ ἰ­δέ­ες καὶ συνιστοῦ­σε προ­ο­ρι­σμὸ γιὰ περιηγητές, ἐμ­πό­ρους καὶ ναυ­τι­κοὺς ἀ­πὸ ὅ­λες τὶς πε­ρι­ο­χὲς τῆς Μεσο­γεί­ου. Οἱ Στω­ϊ­κοὶ καὶ οἱ Ἐ­πι­κού­ριοι φι­λό­σο­φοι μὲ τὶς θέ­σεις καὶ ἀ­πό­ψεις τους, ἀλ­λὰ καὶ κά­θε φι­λο­σο­φι­κὸς λό­γος ἀ­σκοῦ­σε τὴν δική του ἐ­πιρ­ρο­ή. Τὰ λι­μά­νια τῆς Κο­ρίν­θου κό­μι­ζαν ἐπιπλέον, φυσικῷ τῷ τρό­πῳ, ἔν­το­νη καὶ τὴν θρη­σκευ­τι­κὴ πο­λυ­ποι­κι­λί­α. Σύμφω­να μὲ τὶς Πρά­ξεις τῶν Ἀ­πο­στό­λων ὑ­πῆρ­χε ἰ­ου­δα­ϊ­κὴ κοινότητα. Ταυτοχρόνως, οἱ Σῦ­ροι ἔ­φε­ραν τὴν Ἀ­στάρ­τη καὶ τὸν Μέλκαρτ, οἱ Φρῦ­γες τὸν Ἄτ­τι καὶ τὴν Κυ­βέ­λη, οἱ Αἰ­γύ­πτιοι τὴν Ἴσιδα, τὸν Ὄ­σι­ρι καὶ τὸν Σέραπι. Ὁ θρη­σκευ­τι­κὸς συγ­κρη­τι­σμὸς στὴν ἔ­κτα­ση καὶ τὴν ἔν­τα­σή του ἦ­ταν ἀ­πε­ρί­γρα­πτος μὲ ἀ­να­ρίθ­μη­τα ἱ­ε­ρὰ ἀ­φι­ε­ρω­μέ­να σὲ ἀ­να­ρίθ­μη­τες λεγό­με­νες θε­ό­τη­τες. Ἰ­δι­αί­τε­ρα δὲ ἐ­τι­μᾶ­το ἡ Πάν­δη­μος Ἀ­φρο­δί­τη, τῆς ὁποί­ας ὁ πε­ρί­φη­μος να­ὸς πά­νω στὴν Ἀ­κρο­κό­ριν­θο εἶ­χε κα­τὰ τὸν Στράβωνα χί­λι­ες ἱ­ε­ρό­δου­λες. Ἡ «πορ­νεί­α» ἦ­ταν ἱ­ε­ρὴ καὶ οἱ ἱ­ε­ρό­δου­λες ἀπο­λάμ­βα­ναν ἐ­ξό­χου τι­μῆς, πλού­του καὶ προ­νο­μί­ων μὲ ἰ­δι­αί­τε­ρες τιμητικὲς θέ­σεις στὸ θέ­α­τρο. Ὡς ἀ­πο­τέ­λε­σμα τῆς λα­τρεί­ας αὐ­τῆς, ἡ ἔκλυση τῶν ἠ­θῶν ἦ­ταν παροι­μι­ώ­δης μὲ ὅ,­τι ποι­κί­λως νο­ση­ρὸ αὐ­τὸ σήμαινε. Μιὰ ἄλ­λη ἀξιοπρό­σε­κτη πτυ­χὴ τοῦ θρη­σκευ­τι­κοῦ πλου­ρα­λι­σμοῦ τῆς ἐ­πο­χῆς ἦταν ἡ αὐ­το­κρα­το­ρι­κὴ λα­τρεί­α, ὡς ὄρ­γα­νο συ­νο­χῆς τῶν διαφορετικῶν ὑ­πη­κό­ων τῆς ρω­μα­ϊ­κῆς αὐ­το­κρα­το­ρί­ας, μὲ να­ὸ ἀφιερω­μέ­νο στὴν Ὀ­κτα­βί­α, τὴν ἀ­δελ­φὴ τοῦ Αὐ­γού­στου καὶ τέ­ταρ­τη κα­τὰ σει­ρὰ σύ­ζυ­γο τοῦ Μάρ­κου Ἀν­τω­νί­ου. Αὐ­τὴ ἡ κραυ­γα­λέα ἀκρότης κα­τα­δει­κνύ­ει τὴν ἀνάγ­κη τῆς τό­τε αὐ­το­κρα­το­ρι­κῆς καθεστη­κυί­ας τά­ξης νὰ βρῇ ση­μεῖ­ο ἑνοποιήσεως γιὰ τοὺς ὑ­πη­κό­ους της. Εἶ­ναι προ­φα­νές, ὅ­τι ὁ πλοῦ­τος, τὸ ἐμπό­ριο, οἱ κα­τα­σκευ­α­στι­κὲς συν­τε­χνί­ες, ἡ ναυ­τι­λί­α, ἡ ἀ­γρο­τι­κὴ οἰκονομία, οἱ ἀ­θλη­τι­κοὶ ἀ­γῶ­νες συ­νι­στοῦ­σαν ἕ­να χα­ο­τι­κὸ πε­ρι­βάλ­λον, τὸ ὁ­ποῖ­ο δὲν συνεργοῦσε στὴν κοι­νω­νι­κὴ συ­νο­χή, ἀλ­λὰ ἀν­τί­θε­τα, γιὰ νὰ συν­τη­ρη­θῇ ἀπαιτοῦσε μί­α κοι­νω­νι­κὴ δι­α­στρω­μά­τω­ση, στὴν ὁ­ποί­α ἀφθονοῦ­σαν οἱ δοῦ­λοι καὶ οἱ πτω­χοί, ἀ­φή­νον­τας τὴν οἰ­κο­νο­μι­κὴ εὐ­ρω­στί­α τῆς πόλης νὰ μοι­ρά­ζε­ται πλου­σι­ο­πά­ρο­χα στὰ πο­λυ­τε­λῆ ἐρ­μά­ρια τῶν ὀλίγων ἰ­σχυ­ρῶν πλου­σί­ων. 

Ἡ Ἑλ­λη­νο­ρω­μα­ϊ­κὴ ἐ­πο­χὴ τῶν πρώ­των χρι­στι­α­νι­κῶν χρό­νων εἶ­ναι εὐ­ρέ­ως ἀ­πο­δε­κτό, ὅ­τι πα­ρου­σιά­ζει σα­φεῖς ὁ­μοι­ό­τη­τες μὲ τὴν ἐπο­χή μας. Ἡ σύγ­χρο­νη με­τα­κί­νη­ση πλη­θυ­σμῶν κυ­ρί­ως ἀ­πὸ τὴν Ἀσί­α καὶ τὴν Ἀφρικὴ πρὸς τὴν Δύ­ση, ἡ τα­χύ­τα­τη δι­α­κί­νη­ση τῆς πληρο­φο­ρί­ας καὶ τῶν πά­σης φύ­σε­ως ἰ­δε­ῶν, κα­θὼς καὶ ἡ εὔ­κο­λη προ­σέγ­γι­ση μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν λα­ῶν μέ­σω τῆς ψηφιοποιήσεως, τοῦ δι­α­δι­κτύ­ου καὶ τῆς ποι­κί­λης τε­χνο­λο­γί­ας ἐνεργεῖ ἕ­να σύ­γχρο­νο πλου­ρα­λι­σμὸ καὶ συγκρη­τι­σμό, ὁ ὁ­ποῖ­ος εἶ­ναι ἄ­νευ ἱ­στο­ρι­κοῦ προ­η­γου­μέ­νου καὶ μπο­ρεῖ εὔκο­λα νὰ ἀ­να­γνω­ρί­ζῃ στὴν κοι­νω­νί­α τῆς ἐ­πο­χῆς τοῦ Ἀ­πο­στό­λου Παύ­λου ἁ­πλὰ τὸ στοιχειῶ­δες ἀρ­χέ­τυ­πό του. Πλὴν τὸ ἀρ­χέ­τυ­πο αὐ­τὸ ἱ­στο­ρι­κῶς περιγρα­φό­με­νο, σύγ­χρο­να βι­ού­με­νο, ὡς πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, ἐμ­φα­νί­ζει γιγαν­τω­μέ­να τὰ ἀ­δι­έ­ξο­δά του. Ἡ ἐ­πι­στή­μη, πα­ρὰ τὴν προ­φα­νῆ σχετικότη­τά της, ὡς ἀν­θρώ­πι­νο πε­πε­ρα­σμέ­νο ἀ­πο­κύ­η­μα, θεοποιεῖται ὡς αὐ­θεν­τί­α, ἐ­πὶ τῆς ὁ­ποί­ας ἀ­πα­γο­ρεύ­ε­ται δυ­να­στι­κὰ ἡ ὁ­ποι­α­δή­πο­τε ἐπιφύλα­ξη. Ὁ κα­τα­σταλ­τι­κὸς μη­χα­νι­σμὸς τῆς κρατικῆς ἐ­ξου­σί­ας θεραπεύ­ε­ται ἀ­πὸ τὴν λε­γο­μέ­νη ἐ­πι­στή­μη καὶ ἀπὸ τὰ κα­τα­σκευ­α­σμέ­να ἀμέτρητα εἴδωλα τῆς πα­ρα­πλη­ρο­φό­ρη­σης τῶν μέ­σων μα­ζι­κῆς ἐνημέρωσης, κατορθώ­νον­τας νὰ κα­θυ­πο­τάσ­σῃ καὶ νὰ σύ­ρῃ τοὺς λα­οὺς ἄβου­λα πειθήνιους στὰ συμ­φέ­ρον­τα τῶν ἑκά­στο­τε ἰ­σχυ­ρῶν. Ἡ σύγ­χρο­νη δου­λεί­α, ὁ ἐρ­γα­σια­κὸς με­σαί­ω­νας καὶ ἡ πτω­χο­ποί­η­ση κα­τα­σκευά­ζουν ἀκραί­α δυσαρ­μο­νί­α καὶ ἀπόκλιση στὴν κοι­νω­νι­κὴ δι­α­στρω­μά­τω­ση, κατεστραμμένες διαπροσωπικὲς σχέ­σεις καὶ κοι­νω­νί­ες, ἐ­ξον­τώ­νον­τας αὐτὸ καθ᾽ ἑαυτὸ τὸ ἀν­θρώ­πι­νο πρό­σω­πο, ὥ­στε πλέ­ον οἱ ἰ­σχυ­ροὶ νὰ κά­νουν λόγο γιὰ μετανθρωπισμό. 

Ὅ­λο αὐ­τὸ τὸ κα­θη­με­ρι­νὰ βι­ω­μέ­νο ἀ­δι­έ­ξο­δο, τὸ σκη­νι­κὸ τῆς παραπλη­ρο­φό­ρη­σης, τῆς ἐ­σκε­μμέ­νης σύγ­χυσης, τοῦ πανσεξουαλισμοῦ, ἡ τε­χνη­τὴ νο­η­μο­σύ­νη, ἡ θε­ο­ποι­η­μέ­νη ἐ­πι­στή­μη μὲ τὰ ἀ­πο­σι­ω­πη­μέ­να τραγικὰ λά­θη, ὁ ἀ­κραῖ­ος θρη­σκευ­τι­κὸς συγκρη­τι­σμὸς μὲ τὶς ἀ­πει­ρά­ριθ­μες πλέ­ον εἰ­δω­λι­κὲς ἐκ­φρά­σεις του, οἱ ὁ­ποῖ­ες ἐ­νί­ο­τε κα­ταρ­τί­ζουν ἀ­δί­στα­κτες ἀν­θρω­πο­κτό­νες ἐξτρεμιστι­κὲς ὁμά­δες καὶ χει­ρα­γωγού­με­να καλοπληρωμέ­να ἐκτελεστι­κὰ ἀ­πο­σπά­σμα­τα, ἡ ἔ­ξαρ­ση τῆς μα­γεί­ας καὶ τοῦ ἔμπρακτου φρι­κώ­δους σα­τα­νι­σμοῦ δι­α­δι­κτυα­κὰ δι­α­φη­μι­σμέ­νου καὶ ἐπί­ση­μα ἀ­πο­δε­κτοῦ, ὡς θρη­σκεί­ας, ὅ­λα αὐ­τὰ καὶ ἄλ­λα συ­νι­στοῦν τὸν ὀγκό­λι­θο τῆς σύγ­χρο­νης εἰ­δω­λο­λα­τρεί­ας, ποὺ βιά­ζει καὶ ζη­τᾶ νὰ ἀ­φα­νί­σῃ τὸ ἀν­θρώ­πι­νο πρό­σω­πο.  Πλὴν κά­νον­τας γιὰ μιὰ στιγ­μὴ ἕνα βῆ­μα πί­σω ἀ­πὸ αὐ­τὸ τὸν κα­ται­γι­σμὸ ψεύ­δους, τὸν ὁ­ποῖ­ο καθημε­ρι­νῶς ὑ­φι­στά­με­θα, καταγγέλλουμε τὴν ἀ­πά­τη τῆς μηχανολο­γι­κῆς ἀν­τιλήψεως τῆς δημιουργί­ας καὶ στρέ­φου­με σωτήρια τὴν καρ­δί­α μας στὸν μο­να­δι­κὸ ἕ­να Δη­μι­ουρ­γό, στὴν μί­α ὀντο­λο­γι­κὴ Ἀ­λή­θεια, ποὺ προ­σφέ­ρει ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος ἱδρύοντας στὴν Κό­ριν­θο τὴν Ἐκ­κλη­σί­α τοῦ Χρι­στοῦ.  

3. θεολογικ τοποθέτηση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ναντι τοθρησκευτικοῦ ἀλλκατοφιλοσοφικο καπολιτειολογικο πλουραλισμο,πίκαιρη ντος αἰῶνες.

Καὶ ἂν οἱ ἄλ­λοι λα­τρεύ­ουν τὴν ἀ­πά­τη τῶν εἰ­δώ­λων «λ­λ’ ἡ­μν ες Θε­ός, Πα­τήρ, ξ οτπάν­τα καὶ ἡ­μες ες Αὑ­τόν, καες Κύ­ριος Ἰ­η­σος Χρι­στς δι­’­οτπάν­τα καὶ ἡ­μες δι­’­Αὐ­τοκαὶ ἓν Πνεῦ­μα Ἅ­γιον ν τπάντα καὶ ἡ­μες ν Αὐ­τ». Ἡ δι­α­τύ­πω­ση αὐ­τὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύ­λου πρὸς τοὺς Κο­ριν­θί­ους εἶ­ναι κα­τ’ ἀρ­χὰς ὁμολογια­κὴ αὐ­τοῦ τοῦ ἑ­νὸς μόνου Θε­οῦ, τῆς μί­ας καὶ μο­να­δι­κῆς οὐ­σί­ας, στὴν ὁ­ποί­α ἀ­νή­κουν τὰ πάντα, εἶ­ναι ὅ­μως ταυ­το­χρό­νως καὶ σω­τη­ρι­ο­λο­γι­κή. Χα­ράσ­σει τὴν ὁ­δὸ τῆς σω­τη­ρί­ας, κα­θὼς ἡ ἀ­να­φο­ρά μας στὸν ἕ­να Θε­ὸ κα­τα­ξι­ώ­νει τὸν σκο­πὸ τῆς ὑ­πάρ­ξε­ώς μας. Ἡ πιστεύ­ου­σα κοι­νό­τη­τα τῶν Χρι­στια­νῶν ἐ­πι­βε­­βαι­ώ­νει, ὅτι ὁ ἕ­νας Τρια­δι­κὸς Θε­ὸς εἶ­ναι ὁ ἱ­στο­ρι­κὸς ἀλ­λὰ καὶ ὁ ἐ­σχα­το­λο­γι­κὸς σκο­πὸς τῆς ἀν­θρώ­πι­νης ὑ­πάρ­ξε­ως, ἡ πη­γὴ τῆς δη­μι­ουρ­γί­ας, ἡ ἀρ­χὴ καὶ ἡ ὁλο­κλή­ρω­ση πάν­των τῶν ὄν­των.  Οἱ ἐν Χρι­στῷ πι­στοὶ ἔ­χουν ἀπομακρυνθεῖ ἀ­πὸ τὶς ἀ­φι­λάν­θρω­πες, φθο­ρο­ποι­ὲς καὶ φο­νι­κὲς ἀπαιτήσεις τοῦ κό­σμου τού­του καὶ ἔ­χουν κλη­θεῖ νὰ ζή­σουν σ’­ ἕ­να κό­σμο κοι­νω­νί­ας με­τὰ τοῦ Θε­οῦ, ς μὴ ὄν­τες ἐκ τοῦ κό­σμου, κα­θό­τι «πα­ρά­γει γρ τσχῆ­μα τοκό­σμου τού­του». Αὐ­τὴ ἡ κλή­ση – τὸ κάλε­σμα δὲν εἶ­ναι ἀρ­νη­τι­κὴ ὡς πρὸς τὸν κό­σμο καὶ τὴν δη­μι­ουρ­γί­α. Ἀλ­λὰ κα­τορ­θώ­νει τὴν διὰ τοῦ Χρι­στοῦ καὶ ἐν Χρι­στῷ σύ­στα­ση καὶ βί­ω­ση μί­ας νέ­ας πραγματικότη­τος, μιᾶς κοι­νω­νί­ας ἀ­γά­πης, διακονίας καὶ ἑνό­τη­τας ὅ­λων. 

Ἡ ἑνό­τη­τα αὐ­τὴ τῶν πάν­των κα­τορ­θώ­νε­ται μό­νο ἐν Ἁ­γί­ῳ Πνεύματι ἐν­τὸς τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ὅ­που οἱ κλη­τοὶ κα­λοῦν­ται στὸ δεῖπνο με­τὰ τοῦ Θε­οῦ μὲ αἰ­ώ­νια προ­ο­πτι­κὴ σω­τη­ρί­ας καὶ χω­ρὶς κοινω­νι­κὰ στε­γα­νὰ ὁποι­ου­δή­πο­τε τύ­που δι­α­κρί­σε­ων. Γιὰ τοὺς ἐν Χριστῷ ἀ­δελ­φοὺς «οκ ἔ­νι ου­δαῖ­ος οὐ­δὲ Ἕλ­λην, οκ ἔ­νι δοῦ­λος οὐ­δὲ ἐ­λε­ύ­θε­ρος, οκ ἔ­νι ρ­σεν καθλυ· πάν­τες γρ ὑ­μες ες ἐ­στε ν Χριστῷ Ἰ­η­σο». Κα­τὰ τοῦ­το ἡ Πεντηκο­στή, ὡς ἡ σύ­στα­ση τῆς Ἐκκλη­σί­ας, εἶ­ναι τὸ πλέ­ον ἀ­να­τρε­πτι­κὸ καὶ σω­τή­ριο γε­γο­νὸς μέ­σα στὴν ἀν­θρώ­πι­νη ἱ­στο­ρί­α. Καὶ τοῦ­το, δι­ό­τι διερχό­με­νος κα­νεὶς τὰ γεγο­νό­τα τῆς ἀν­θρώ­πι­νης ἱ­στο­ρί­ας στέ­κε­ται μπροστὰ στὴν ἀ­πό­λυ­τη δι­α­πί­στω­ση, ὅ­τι -πα­ρὰ τὰ ἀ­να­ρίθ­μη­τα ἐγχειρήματα- ἡ ἀν­θρώ­πι­νη προ­σπά­θεια ἀ­πέ­τυ­χε πα­τα­γω­δῶς νὰ ἀνατρέψῃ τὴν κοι­νω­νι­κὴ ἀδικία ἢ νὰ θε­ρα­πεύ­σῃ τὴν ἀν­θρώ­πι­νη ἀ­νάγ­κη. Ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦλος στοὺς Κο­ριν­θί­ους πε­ρι­γρά­φει ἐμ­φαν­τι­κὰ τὸ γεγονὸς αὐ­τὸ λέ­γον­τας: «οὐ­χὶ ἐ­μώ­ρα­νεν Θε­ς τν σο­φία τοκό­σμου τούτου;». Ἡ Ἐκ­κλη­σί­α μὲ τὴν δι­σχι­λι­ε­τῆ ἐμ­πει­ρί­α πάν­των τῶν Ἁ­γί­ων της ἀνατρέ­πει τὴν κοι­νω­νι­κὴ ἀ­δι­κία, κα­ταρ­γεῖ τὴν τα­ξι­κὴ δαστρωμάτωση καὶ θε­ρα­πεύ­ει τὴν ἀν­θρώ­πι­νη, κοι­νω­νι­κὴ καὶ κοσμολο­γι­κὴ ἀ­νάγ­κη ἀναφορικὰ μὲ ὅ­λη τὴν κτί­ση. Ἀ­πάν­τη­ση στὴ σο­φί­α τοῦ κό­σμου εἶ­ναι ἡ σοφί­α τοῦ Θε­οῦ: «λό­γος τοΣταυ­ρο», ὁ ὁ­ποῖ­ος «τος μν ἀ­πολ­λυ­μέ­νοις μω­ρί­α ἐ­στί, τος δ σω­ζο­μέ­νοις δύναμις Θε­οῦ ἐ­στίν». Ἀ­πὸ τὴν μιὰ στέ­κει ὁ κό­σμος τῆς ὑ­περ­φί­α­λης, ἐ­παρ­μέ­νης ἐ­γω­πά­θειας, ποὺ αὐ­τά­ρε­σκα θω­πεύ­ει τὴν πε­πε­ρα­σμέ­νη του ἐ­πι­στη­μο­νι­κὴ γνώ­ση, τὸν πλοῦ­το καὶ τὴν κο­σμι­κή του ἐ­πι­τυ­χί­α, χω­ρί­ζον­τας, ἀ­πο­μο­νώνον­τας, βι­ά­ζον­τας, καὶ καταστρέφοντας. Ἀ­πὸ τὴν ἄλ­λη, ὅ­μως, ἡ ἐμ­πει­ρί­α τῶν τα­πει­νῶν Ἁγί­ων τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἑνώ­νει τὸν Θε­ὸ μὲ τὸν ἄν­θρω­πο, ἀ­δελ­φώ­νει τὴν οἰκουμένη καὶ κατορ­θώ­νει, χω­ρὶς νὰ ἀ­ναι­ρῇ τὸν ὀρ­θὸ λό­γο, νὰ τὸν ὑπερβαί­νῃ, διὰ τῆς Χά­ρι­τος τοῦ Πα­να­γί­ου Πνεύ­μα­τος. Αὐ­τὴ ἡ «δύ­να­μις τοΘε­ο», ἡ Ἄ­κτι­στος Χά­ρις τοῦ Πα­να­γί­ου Πνεύ­μα­τος, διὰ τῶν μυστηρίων καὶ τῆς θεί­ας λα­τρεί­ας κα­θη­με­ρι­νὰ βι­ώ­νε­ται ἀ­πὸ τοὺς πι­στοὺς ἐν­τὸς τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Κατ᾽ αὐ­τὸ τὸν μυ­στι­κὸ καὶ μυ­στη­ρια­κὸ τρό­πο εἰσέρχε­ται ἡ πα­ρου­σί­α τοῦ Θε­οῦ στὴν ζω­ή μας ἀ­να­τρε­πτι­κὴ καὶ θεραπευτι­κὴ τῶν πάν­των. 

4. λευθερία καοἱ ἐντολς τοΘεομες καοἱ ἄλλοι.

Ἡ «μω­ρί­α τοΣταυ­ρο» ἑ­νώ­νει ἀ­προ­ϋ­πό­θε­τα τοὺς ἐν Χρι­στῷ ἀδελφοὺς με­τα­ξύ τους χω­ρὶς κοι­νω­νι­κὲς ἢ φυ­λε­τι­κὲς δι­α­κρί­σεις. Πλὴν τὸ κοι­νω­νι­κῶς ἀ­προ­ϋ­πό­θε­το ἀ­να­βαθ­μί­ζε­ται στὴν ἐν Χρι­στῷ ἐλευ­θε­ρί­α, ἡ ὁποί­α προσδιο­ρί­ζε­ται ἀ­πὸ τὶς ἐν­το­λὲς τοῦ Χρι­στοῦ. Πρὸς τοῦ­το καὶ ὁ Ἀπό­στο­λος Παῦ­λος συ­νε­χί­ζει πρὸς τοὺς Κορινθίους: «Πάν­τα μοι ἔ­ξε­στιν, λλ᾿ οπάν­τα συμ­φέ­ρει» : (Ὅ­λα μοῦ ἐ­πι­τρέ­πε­ται νὰ τὰ κά­νω, ἀλ­λὰ δὲν εἶ­ναι συμ­φέ­ρον νὰ πράτ­τω ὅλα). Στὴν ἐκ­κλη­σί­α, στὴν κοι­νω­νί­α τῶν Ἁγίων, οἱ πι­στοὶ ἀγωνίζονται νὰ κα­τα­θέ­σουν τὸν κα­λύ­τε­ρο ἑ­αυ­τό τους, ζῶν­τας τὴν ἀ­σκη­τι­κὴ τῆς ἀ­γά­πης μέ­σα στὸ ἄ­θλη­μα καὶ τὸ μυ­στή­ριο τῆς διὰ βί­ου με­τα­νοί­ας. Ἀ­κοῦ­με τὴν προ­τρο­πὴ τῆς με­τα­νοί­ας σὲ χρό­νο διαρκεί­ας: «με­τα­νο­εῖ­τε» καὶ «Ἅ­γιοι γί­νε­σθε». Ὁ Ἅγιος Γρη­γό­ριος ὁ Παλαμᾶς στὴν 28η Ὁμιλία του, τὴν ὁποία ἐξεφώνησε κατὰ τὴν ἑορτὴ τῶν Ἁγίων κορυφαίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου, μᾶς ὁμιλεῖ περὶ τῆς «διηνεκος μετανοίας». Καὶ μᾶς ἐμπνέει στὴν ἐν Χριστῷ ζωὴ λέγοντάς μας, ὅτι κι ἂν ἀκόμα δὲν μποροῦμε νὰ μιμηθοῦμε τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους στὰ τόσο μεγάλα καὶ ὑψηλὰ ἐπιτεύγματά τους, ὅμως μποροῦμε νὰ τοὺς μιμηθοῦμε στὴν «κ ταπεινώσεως καμετανοίας διόρθωσίν» τους .Ἑ­πο­μέ­νως οἱ Χρι­στια­νοὶ ζοῦν διὰ βί­ου τὴν ἀ­σκη­τι­κὴ τῆς ἀ­να­τρο­πῆς τῆς ἁ­μαρ­τί­ας καὶ τῆς ἑ­νώ­σε­ώς τους μὲ τὸν Θε­ὸ σὲ μιὰ κοινωνία ἀ­γά­πης, τὴν ὁ­ποί­α προ­σφέ­ρουν στοὺς ἐν Χρι­στῷ ἀ­δελ­φούς τους καὶ «ες πάν­τας». Ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος ἐ­νῶ ζῇ ὁ ἴ­διος σὲ πε­ρι­βάλ­λον εἰδω­λο­λα­τρι­κοῦ πλου­ρα­λι­σμοῦ, τὸ ὁ­ποῖ­ο κά­θε­τα ἀ­πορ­ρί­πτει, δι­δά­σκει τὴν ρι­ζο­σπα­στι­κὴ ἠ­θι­κὴ τῆς ἀ­γά­πης. Αὐ­τὴ μό­νη ἀ­να­μορ­φώ­νει ἔμ­πρα­κτα τὶς κοι­νω­νί­ες, κα­θό­τι ἡ ἐσωτερικὴ ἀλ­λα­γὴ ἑ­νὸς ἑ­κά­στου τῶν προ­σώ­πων δύνα­ται νὰ πε­τύ­χῃ καὶ τὴν ἐ­ξω­τερι­κὴ ἀλ­λα­γὴ ἐ­πὶ τῶν κοι­νω­νι­ῶν: «Ὁ­ρᾶ­τε μή τις κα­κν ν­τκακοτι­νι ἀ­πο­δ, λ­λπάν­τα τὸ ἀ­γα­θν δι­ώ­κε­τε καες λλήλους καες πάν­τας»: (Προ­σέ­χε­τε, μή­πως τυ­χὸν κα­νεὶς ἀ­πὸ ἐσᾶς ἀνταπο­δώ­σει σὲ κά­ποι­ον κα­κὸ ἀν­τὶ κα­κοῦ, ἀλ­λὰ πάν­το­τε προσπαθῆ­τε νὰ πράτ­τε­τε τὸ ἀ­γα­θὸ καὶ με­ταξ­ύ σας καὶ σὲ ὅ­λους ἀνε­ξαι­ρέ­τως). Ὁ Κύ­ριος, διὰ τοῦ Ἀ­πο­στό­λου Του Παύ­λου, κη­ρύσ­σει τν λό­γο τν τοΣταυ­ρο καὶ ἡ ἐν Χρι­στῷ ρι­ζο­σπα­στι­κὴ ὑ­πέρ­βα­ση, Χάριτι Θεοῦ, συντελεῖται. Τότε ὁ σοφὸς ἀν­τι­λαμ­βά­νε­ται τὴν μω­ρί­α τοῦ Σταυ­ροῦ, ὁ ἰ­σχυ­ρὸς με­τα­μορ­φώ­νει τὴν ἐ­ξου­σί­α του σὲ δι­α­κο­νί­α χά­ριν τοῦ ἀ­δελ­φοῦ, ἐκεῖνος, ποὺ ἔχει τὸ δίκαι­ο μὲ τὸ μέ­ρος του δέχεται νὰ ἀ­δι­κη­θῇ ἀ­πὸ τὸν ἀ­δελ­φό του ἀν­τὶ νὰ τὸν κα­τα­δι­κά­σῃ, ὁ πνευ­μα­τι­κὰ ἰ­σχυ­ρὸς ὑ­πο­στέλ­λει τὰ δι­και­ώ­μα­τά του χάριν τοῦ πνευμα­τι­κῶς ἀ­δυνάτου, ἐ­κεῖ­νος ποὺ ἔ­χει ἰσχὺ καὶ ἐ­ξου­σί­α ἐπιλέ­γει συ­νει­δη­τὰ τὴν ἀ­δυ­να­μί­α χάριν τῶν ἄλλων, ἐ­κεῖ­νος ποὺ θέ­λει νὰ εἶναι ἀληθινὰ πνευ­μα­τι­κὸς ἄν­θρω­πος σεμνύνεται καὶ δὲν ἐπιδεικνύει τὰ χα­ρί­σμα­τά του, ἀλ­λὰ φανερώνει τὴν πνευματικότητά του σιωπηλὰ μὲ τὴν χω­ρὶς δι­α­κρί­σεις ἀ­γά­πη καὶ προσφορὰ πρὸς ὅλους. Γίνεται, ὅπως μᾶς παραδίδει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, ὁ Παλαμᾶς, διὰ τῆς μετανοίας του γαλήνιος καὶ ἤρεμος, γεμάτος συμπάθεια καὶ ἔλεος πρὸς τοὺς ἄλλους, ποθεῖ τὴν δικαιοσύνη – δηλαδὴ τὴν ὅλη ἀρετὴ – ἐπιζητεῖ τὴν καθαρότητα, ἔχει εἰρήνη ἀλλὰ καὶ φέρνει τὴν εἰρήνη, ὑπομένει καρτερικὰ τοὺς πόνους καὶ τὶς ταλαιπωρίες καὶ νιώθει μιὰ ἥσυχη χαρὰ στοὺς διωγμούς, στὶς ὕβρεις, στὶς συκοφαντίες, στὶς ἀ­πώ­λει­ες καὶ σὲ ὅ­σα ἄλ­λα πά­σχει γιὰ τὴν Ἀλήθεια καὶ τὴν Ἀ­ρε­τή. Μό­νο μιὰ τέ­τοι­α συμ­πε­ρι­φο­ρὰ μπο­ρεῖ νὰ δη­μι­ουρ­γή­σῃ πραγμα­τι­κὲς κοι­νω­νί­ες μέ­θε­ξης με­τὰ τοῦ Θε­οῦ. Μό­νο ὡς μιὰ τέ­τοι­α κοινω­νί­α ἡ θε­ο­δό­μη­τος Ἐκ­κλη­σί­α βρί­σκει τὸν γνή­σιο αὐτοπροσδιορι­σμό της. Καὶ μό­νο μιὰ τέ­τοι­α κοι­νω­νί­α μπο­ρεῖ νὰ ἀλλά­ξῃ οὐ­σι­α­στι­κὰ τὸν κόσμο προ­σφέ­ρον­τας στὸ νῦν λυ­τρω­τι­κὰ τὴν ἐ­σχα­το­λο­γι­κὴ προ­ο­πτι­κὴ τῆς Βα­σι­λεί­ας τοῦ Θε­οῦ.

5. Σύγχρονα συμπεράσματα.

Βλέ­που­με τοὺς Ἁγί­ους τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας νὰ εὐ­θυ­γραμ­μί­ζον­ται μὲ αὐτὴ τὴν δι­δα­χὴ καὶ νὰ εὐ­ερ­γε­τοῦν ἀ­δι­α­κρί­τως ἐ­πι­φέ­ρον­τας οἱ ἴδιοι τὸ μέτρον ἀ­να­τρο­πῆς γιὰ τὴν ἐ­πο­χή τους. Ζῶν­τας σὲ ἀντίστοιχο πε­ρι­βάλ­λον ἐ­ω­σφο­ρι­κῆς κα­κί­ας ὁ χρο­νι­κὰ πλη­σι­έ­στε­ρός μας Ἅ­γιος Λου­κᾶς τῆς Κριμαί­ας, ὁ ἰα­τρός, μᾶς ἀ­φή­νει τὴν πνευματκή του δι­α­θή­κη, σὰν ἅ­γιο φυλα­κτὸ γιὰ τὴν σύγ­χρο­νη ζω­ή μας καὶ τοὺς τρό­πους μας  στὴν σχέ­ση μας μὲ τοὺς ἄλ­λους. Πρόκειται γιὰ ἕ­να πο­λύ­τι­μο ὁ­δο­δεί­κτη χρι­στι­α­νι­κοῦ ἤ­θους, τὸν ὁποῖο παρ­μέ­νο ἀ­πὸ τὰ χεί­λη τοῦ Ἁ­γί­ου, Σᾶς κα­τα­θέ­τω ὡς κατακλεῖδα καὶ συμ­πέ­ρα­σμα αὐ­τοῦ τοῦ λό­γου. Μᾶς λέει ὁ Ἅγιος Ἱεράρχης: «Πι­στεύ­ω βα­θει στν Θε­καὶ ὅ­λη τν ζω­ή μου τν κτισα πάνω στς ν­το­λές Του. ΚασΣς κλη­ρο­δο­τῶ ὅ­λη τν ζω­ή Σας ντν χτί­σε­τε πά­νω στς ν­το­λς τοΧρι­στο. Γιπο­λκαι­ρκαμμεγάλη πιμο­νὴ ἔ­πλε­α κόν­τρα στρεῦ­μα κασΣς τπαιδιά μου κλη­ρο­δο­τνπλέ­ε­τε κόν­τρα στρεῦ­μα, ὅ­σο δύ­σκο­λο κι ν εἶ­ναι αὐ­τό. Νὰ ἀ­πο­στρέ­φε­τε τβλέμ­μα Σας κατν καρ­διά Σας ἀ­πὸ ἐ­κεί­νη τν με­γά­λη πλει­ο­ψη­φί­α τς ν­θρω­πό­τη­τας, ποὺ ἐπιδιώκει ὄ­χι τος ψηλος στό­χους, λ­λὰ ἐκείνους ποεἶ­ναι πιεκο­λο νὰ ἐπιτευχθον. Σκο­πτς ζω­ς Σας νθέσε­τε τν πιδίωξη τς ψίστης ἀ­λή­θειας κανμν πα­ρεκ­κλί­νε­τε παὐ­τν τν δρό­μο, ν Σς ἀ­ναγ­κά­σουν νὰ ὑ­πη­ρε­τή­σε­τε κα­τώ­τε­ρους σκοπούς, καταπατντας τν ­ψί­στη ἀ­λή­θεια τοΧρι­στο. Μν πιδιώκετε τν δό­ξα γιτν ἑ­αυ­τό Σας, λ­λμό­νο τνὰ ἐλαφρύνετε τν πό­νο τν σθε­νν καὶ ἀ­βο­η­θή­των συ­ναν­θρώ­πων Σας. Νθυ­μᾶ­στε, ὅ­τι σαὐ­ττρ­γο ἐ­γώ, πα­τέ­ρας Σας, ἀ­φι­έ­ρω­σα ὅ­λη μου τν ζω­ή. Μι­μη­ταί μου γί­νε­σθε, ὅ­πως κι ἐ­γτοῦ Ἀ­πο­στό­λου Παύ­λου». 

Εὐ­χη­θεῖ­τε, Μακαριώ­τα­τε, καὶ ἐ­μεῖς ὅ­λοι, νὰ βα­δί­σου­με, διὰ τῶν σεπτῶν εὐ­χῶν Σας, τὴν ἐν Χρι­στῷ ζω­ή μας, εὐ­θυ­γραμ­μι­σμέ­νοι στὶς ἐντολὲς τοῦ Θε­οῦ, ἑπόμενοι τῶν νου­θε­σι­ῶν καὶ τῶν τρό­πων τοῦ Ἁ­γίου Πρωτοκορυ­φαίου Ἀπο­στό­λου Παύ­λου, τοῦ καὶ ἱδρυτοῦ τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν.